Λίγο καιρό αφού ξεκίνησα να δουλεύω άρχισε να μου κάνει εντύπωση το πόσο χρόνο από τις συνεδρίες διαθέτουν οι θεραπευόμενοι για να μου πουν όσα τους διακίνησαν συναισθηματικά σε σχέση με τους άλλους. Αυτό που παρατήρησα ήταν πως ίσως τα ¾ της συνεδρίας μπορεί να αφορούσαν στο τι είπε ή έκανε κάποιος άλλος και μόλις ένα μικρό ποσοστό στο τι έπραξε ή σκέφτηκε ο ίδιος ο θεραπευόμενος. Αυτή η τάση που έχουμε όλοι να ασχολούμαστε με τα όσα λένε οι άλλοι είναι πράγματι αδηφάγα. Πρόκειται για μια κινούμενη άμμο στην οποία εγκλωβιζόμαστε και αφηνόμαστε να βυθιστούμε όλο και πιο βαθιά.
Πριν ορισμένα χρόνια τα πράγματα ίσως να ήταν πιο εύκολα αφού η έκθεση του εαυτού μας σε τρίτους σταματούσε μπαίνοντας στο σπίτι μας. Στο 2017 όμως όπου και αν είμαστε υπάρχει η δυνατότητα να σχολιαστούμε και να σχολιάσουμε ανά πάσα στιγμή αρκεί να το επιτρέψουμε. Άλλωστε αυτό εξυπηρετούν πλέον και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ποιος δεν έχει μπει σε facebook, tweeter, instagram και τα συναφή για να δει τι λένε οι άλλοι, ή για να «τσεκάρει» τι λένε για αυτόν; Μη γελιέστε, ακόμα και όσοι περίτρανα υποστηρίζουν πως δεν διαθέτουν τέτοια μέσα, πιθανότατα να έχουν χρησιμοποιήσει το λογαριασμό του φίλου ή του συντρόφου τους ουκ ολίγες φορές.
Τι είναι αυτό που μας κάνει όμως να ασχολούμαστε και γιατί έχει τόση δύναμη επάνω μας; Μήπως είναι η ανάγκη που αισθανόμαστε για αποδοχή; Όλοι οι άνθρωποι ανεξαιρέτως θέλουν να είναι αποδεκτοί από το κοινωνικό σύνολο. Μοναδική εξαίρεση αποτελούν όσοι πάσχουν από διαταραχές όπως αυτή της αντικοινωνικής προσωπικότητας. Αυτή η ανάγκη που έχουμε για να ειμαστε αποδεκτοί πολλές φορές είναι ικανή να μας φτάσει στο άλλο άκρο, σε αυτό που αλλάζουμε τον χαρακτήρα μας, γινόμαστε κάτι άλλο προκειμένου να αρέσουμε. Άλλες φορές υπάρχουν εκείνοι που δεν αλλάζουν το ποιοι είναι, αλλά στενοχωριούνται όταν δεν είναι αντιστοίχως αρεστοί συγκριτικά με κάποιον άλλο.
Μπορεί για κάποιους να ακούγεται αστείο αλλά μια ολόκληρη συνεδρία μπορεί να αφορά το αν ο συνάδελφος του θεραπευόμενου του είπε ή όχι καλημέρα, του είπε μπράβο για την προαγωγή ή όχι. Και εδώ εύλογα αναρωτιόμαστε, μήπως στις μέρες μας το τι λένε οι άλλοι για εμάς είναι πιο σημαντικό από τι έχουμε να πούμε εμείς για τους εαυτούς μας; Θυμάμαι πριν κάποιους μήνες κατά τη διάρκεια μιας συνεδρίας η θεραπευόμενή μου, μου ανέφερε ότι η πεθερά της δεν την επαίνεσαι για το φαγητό που έφτιαξε στο οικογενειακό τραπέζι. Ήταν ιδιαίτερα διακινημένη και χρησιμοποιούσε εκφράσεις με μεγάλο συναισθηματικό φορτίο. Κάποια στιγμή λοιπόν τη ρώτησα «και τι έγινε που δεν σου είπε μπράβο; Το φαγητό έγινε ξαφνικά νόστιμο από απαίσιο;» τότε εκείνη μου απάντησε αφοπλιστικά πως δεν έγινε τίποτα απολύτως.
Ήταν η στιγμή που συνειδητοποίησε ότι όση επιρροή είχε το σχόλιο της πεθεράς της επάνω της ήταν όσο επέτρεπε η ίδια να υπάρχει. Και αλήθεια έτσι είναι. Η γνώμη των άλλων δεν έχει καμία επιρροή πάνω μας ή πάνω σε όσα κάνουμε αν εμείς δεν δώσουμε τέτοια δύναμη. Προς Θεού, φυσικά πρέπει να μας ενδιαφέρει να είμαστε αρεστοί στα πλαίσια της ευγένειας αλλά πρέπει να μάθουμε αντίστοιχα και να μη μας νοιάζει. Να μη μας νοιάζει τι θα πει η μαμά στις κούνιες επειδή το παιδί μας φοράει ακόμα πιπίλα, να μη μας νοιάζει τι θα σκεφτεί το φιλικό ζευγάρι επειδή εμείς δεν φοράμε τις βέρες μας από επιλογή, να μη μας νοιάζει τι θα πουν οι τρίτοι για τη σεξουαλική μας προτίμηση. Να μας αφορά, αλλά να μη μας νοιάζει. Την ημέρα που θα το καταφέρουμε αυτό, θα είμαστε ένα βήμα πιο κοντά στην εσωτερική μας γαλήνη, ένα βήμα πιο κοντά στον αληθινό μας εαυτό.